Στην ακρόαση των φορέων στη Βουλή, στην αρμόδια Επιτροπή Μορφωτικών Υποθέσεων για το νομοσχέδιο «Ενσωμάτωση της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/1564 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 13ης Σεπτεμβρίου 2017 σχετικά με ορισμένες επιτρεπόμενες χρήσεις ορισμένων προστατευόμενων έργων και άλλων αντικειμένων προστασίας δυνάμει δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας και συγγενικών δικαιωμάτων προς όφελος των τυφλών, των αμβλυώπων και των ατόμων με άλλα προβλήματα ανάγνωσης εντύπων και για την τροποποίηση της Οδηγίας 2001/29/ΕΚ για την εναρμόνιση ορισμένων πτυχών του δικαιώματος του δημιουργού και συγγενικών δικαιωμάτων στην κοινωνία της πληροφορίας», μίλησε η κ. Άγκαθα Καρρά, εκπροσωπώντας την ΕΣΑμεΑ, την Εθνική Ομοσπονδία Τυφλών και τον Πανελλήνιο Σύνδεσμο Τυφλών.
Παρατίθεται η ομιλία της κ. Καρρά:
Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο κεφαλαιώδους σημασίας, δεδομένου ότι με την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής οδηγίας 2017/1564, επιτυγχάνεται η εναρμόνιση της εθνικής νομοθεσίας με την αρχή της καθολικής προσβασιμότητας στα βιβλία και στα άλλα δημοσιευμένα πνευματικά έργα, όπως αυτή κατοχυρώνεται από τη Σύμβαση των ΗΕ για τα δικαιώματα των ΑμεΑ και εξειδικεύεται περαιτέρω στη Σύμβαση του Μαρακές. Στο διάστημα που μεσολάβησε είχαμε έναν γόνιμο και εποικοδομητικό διάλογο, τόσο με την πολιτική ηγεσία, όσο και με τους υπηρεσιακούς παράγοντες του Υπουργείου πολιτισμού. Έχουμε καταθέσει τις απόψεις μας, γι αυτό θα σταθώ σε δύο - τρία ζητήματα μόνο.
Ως προς τη φιλοσοφία των διατάξεων του νομοσχεδίου, διαπιστώνουμε ότι σε γενικές γραμμές οι απόψεις μας αποτυπώνονται σε ικανοποιητικό βαθμό και κινείται σε θετική κατεύθυνση. Ωστόσο έχουμε εντοπίσει κάποιο σημείο για το οποίο θα θέλαμε να εκφράσουμε τον εύλογο, όπως πιστεύουμε, προβληματισμό μας και την έντονη ανησυχία μας. Ειδικότερα, η επισήμανση μας εδράζεται στην πρώτη παράγραφο του άρθρου 7 σχετικά με την αποζημίωση των δικαιούχων. Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με την οικεία διάταξη, οι αρμόδιοι φορείς που παράγουν εκπαιδευτικά βιβλία, πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας εκπαίδευσης σε προσβάσιμο μορφότυπο για φοιτητές με οπτική αναπηρία, υποχρεούνται να καταβάλλουν στους δικαιούχους την ίδια αποζημίωση όπως και με τα συμβατικά βιβλία. Αντιμετωπίζονται δηλαδή δύο ανόμοιες περιπτώσεις με όμοιο τρόπο. Ιδιαίτερα για την τριτοβάθμια εκπαίδευση το πρόβλημα είναι σοβαρό για τους ακόλουθους λόγους: Κατ’ αρχάς δεν υπάρχει ένας ενιαίος φορέας που να εκδίδει τα ακαδημαϊκά συγγράμματα σε προσβάσιμη μορφή. Επιπλέον οι φοιτητές προκειμένου να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους, καλούνται να ανατρέχουν σε πληθώρα επιστημονικών συγγραμμάτων. Δεδομένων αυτών των συνθηκών και στο πλαίσιο λειτουργίας των σταθμών προσβασιμότητας στα πανεπιστήμια, όλο και περισσότερα ιδρύματα, αναλαμβάνουν την πρωτοβουλία να μετατρέπουν τα ίδια μέρους του εκπαιδευτικού τους υλικό σε προσβάσιμο μορφότυπο. Σε περίπτωση όμως, που υποχρεωθούν σε καταβολή αποζημίωσης, όπως προβλέπεται με την επιχειρούμενη προσθήκη, αυτό θα λειτουργήσει ως αντικίνητρο και η συγκεκριμένη πρωτοβουλία θα σταματήσει, με αποτέλεσμα να εισαχθεί μια πολιτική που παράγει διακρίσεις και να περιοριστεί η πρόσβαση των φοιτητών με αναπηρία στην εκπαιδευτική διαδικασία και γενικά στη γνώση. Εμείς αντιλαμβανόμαστε ότι οι διατάξεις του αντανακλούν τη βούληση του νομοθέτη, ώστε να διευκολύνει την πρόσβαση των ωφελούμενων στα βιβλία και σε άλλα πνευματικά έργα και να συμβάλει στην άρση των εμποδίων που δημιουργούν πιθανές διακρίσεις. Γι’ αυτό θεωρούμε πως η θέση μας, να μην εξαιρούνται, αλλά αντίθετα να εμπίπτουν στο πεδίο προστασίας τα ακαδημαϊκά συγγράμματα, είναι συμβατή με το σκοπό του νόμου για κατάργηση των φραγμών και των αποκλεισμών και συνάδει με τις αρχές της καθολικής προσβασιμότητας και της ίσης μεταχείρισης στον τομέα της εκπαίδευσης, όπως απορρέουν από τη Σύμβαση. Επιπρόσθετα θεωρούμε ότι και τα ξενόγλωσσα εκπαιδευτικά βιβλία πρέπει να υπαχθούν στις προστατευτικές διατάξεις του νόμου για τους ίδιους λόγους.